Το ραδίκι (Cichorium intybus) είναι ένα πολύ κοινό φυτό με φύλλα σε ρόδακα, πολύμορφα, συνήθως πτεροσχιδή. Ο βλαστός είναι ψηλός, διακλαδισμένος, ελαφρά χνουδωτός με κεφάλια μασχαλιαία. Τα άνθη είναι κυανά, οδοντωτά στα άκρα. Βεβαίως, ραδίκια στην Ελλάδα έχουμε πολλά. Τρώμε τα φύλλα τους που έχουν πικρή γεύση, γι’ αυτό και λέγονται πικροράδικα, πικραλίδες, πικροκόλλες, πικρομάρουλα ανάλογα με την περιοχή. Το όνομα «ραδίκι» που χρησιμοποιούμε σήμερα είναι ιταλικό. Οι αρχαίοι το έλεγαν «κιχόριο» (Θεόφραστος), ένα όνομα που υιοθετήθηκε και από τη διεθνή επιστημονική ορολογία. Το ραδίκι δεν αντέχει τη ζέστη. Βλασταίνει το φθινόπωρο και από την άνοιξη αρχίζει να ανθίζει. Έτσι το κόβουμε και το τρώμε στην διάρκεια του χειμώνα, αν και τα καλλιεργήσιμα ραδίκια έχουν μεγαλύτερη χρονική παρουσία στην αγορά. Είναι ιδιαίτερα δημοφιλές χόρτο από την αρχαιότητα για τις φαρμακευτικές του ιδιότητες. Ίσως γιατί το βρίσκουμε παντού στην Ελλάδα. Ο Διοσκουρίδης το θεωρούσε ισχυρό διουρητικό και είναι πράγματι. Έχει ιδιότητες τονωτικές, αποτοξινωτικές, ορεκτικές, χωνευτικές, αντιπυρετικές, χολαγωγικές και διουρητικές. Τρώγεται βραστή σαλάτα με ελαιόλαδο και λεμόνι. Στην Ελλάδα συνηθίζουμε να πίνουμε και το ζωμό του, το «ραδικόζουμο», που είναι ευστόμαχο, θερμαντικό ρόφημα με πολλά πολύτιμα ιχνοστοιχεία και πιστεύουμε ότι καθαρίζει το αίμα. Το ραδίκι μαγειρεύεται και με κρεατικά, κυρίως το κατσικάκι.
|